Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

Τυφλά φωτεινά μάτια

Κλείνοντας τα μάτια, πολλές φόρες το σκοτάδι παραμένει το ίδιο. Ακόμα και όταν ο ήλιος ακούραστα τις ακτίνες του ακουμπά πάνω μου, ακόμα και όταν το ρεύμα φωτίζει την πιο μεγάλη εκδήλωση. Το σκοτάδι, αμίλητο και πάντα σταθερό, στέκει σε κάθε γωνία. Ανάμεσα σε μάτια και βλέμματα, σε χέρια και αγγίγματα.
Ζώντας στο σκοτάδι, η νεαρή Αλεξία, θέλησε να αγγίξει τον ουρανό, τα χρώματα. Να απλώσει τα χέρια της και σαν ανάγλυφο να αγγίξει το χαμόγελο του συνομιλητή της. Θέλησε να ταξιδέψει, μα σαν δέντρα με ρίζες δυνατές, έμενε και άντεχε στο σκοτάδι.
Την πιο λαμπερή μέρα του χρόνου, μια μέσα στον Ιούλιο, θέλησα να την προσφέρω στην λαμπερή αυτή νεαρά. Μέσα στο θάμπος μιας μέρας, στα χρώματα των πιο συνηθισμένων λεωφόρων, στα φερέφωνα κομμάτια των ανθρώπων. Βαδίζαμε, αλλά παράλληλα το βλέμμα μου βόλταρε τριγύρω. Ενώ την ίδια στιγμή που η Αλεξία, βάδιζε συνέχεια σε μια ευθεία, δίχως να αποπροσανατολιστεί.
Καθώς μιλούσαμε, χαρακτηριστικά τα χείλη της έγνεψαν τις παρακάτω λέξεις:
"Ευτυχία είναι μια πόρτα της οποίας τα κλειδιά έχουν χαθεί.Και πως μπορώ εγώ, που δεν βλέπω, να τα βρω?", και κοντοστάθηκε πλάι σε μια πινακίδα η οποία διευκρίνιζε την πορεία του δρόμου.
Ευτυχία είναι ένας δρόμος. ο καθένας έχει τον δικό του, που παράλληλα με άλλους κινείται, βαδίζοντας σε μια αμετάκλητο στόχο. Η πινακίδια, και το όποιο σήμα και αν εμφανιστεί στον δρόμο αυτόν, πολλές φορές οδηγεί σε εκτροχιασμό και παράβλεψη του στόχου μας. 
Ένας δρόμος του οποίου το περιεχόμενο είναι απόφαση και επιλογή του καθενός. Μέχρι εκεί που μπορούμε να μιλάμε και να βλέπουμε.
"Και πως μπορώ να στολίσω έναν δρόμο βυθισμένο στο σκοτάδι.?", ρώτησε η Αλεξία καθώς ακούμπησε τον καφέ της στο πορτοκαλί τραπέζι μια πολύχρωμης σύνθεσης, και συνέχισε "δεν μπορώ να δω το χρώμα αυτού του οποίου πίνω, της καρέκλας όπου κάθομαι, παρά μόνο νιώθω το τι προσφέρει το καθένα".
Η νεαρή κοπέλα, θυμωμένη με την κατάσταση της, είχε μόλις πει τον σκοπό πολλών ανθρώπων, ο οποίος δεν είναι άλλος από το να μην μένει σε μια εικόνα αλλά να περνάει αμέσως παρακάτω, στην ουσία και στο συναίσθημα. όλα μοιάζουν ανιαρά όταν είναι θαμπά και σκοτεινά, όλα φαντάζουν αδύνατα όταν δεν μπορείς να τα ξεχωρίσεις, αλλά όταν καταφέρεις να τα αισθανθείς θα απολαύσεις το μεγαλείο της ουσίας τους, την πραγματική του αξία και όλα εκείνα που πηγάζουν, δίχως να τοποθετήσεις φραγμούς από ένα χρώμα, δύο ρούχα, μια πρώτη εικόνα.
Στον γυρισμό μας, παρατήρησα την αμίλητη αλλά διορατική κοπέλα να δακρύζει και να απολογείται αλλά ταυτόχρονα να διερωτηθείτε και να αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο ερώτημα αν είναι ή όχι ευτυχισμένη, μιας και θεωρούσε τον εαυτό της δυστυχισμένο και παγιδευμένο σε έναν κόσμο που δεν μπορούσε να αισθανθεί, ενώ πραγματικά μπορούσε να αισθανθεί σε απόλυτο βαθμό, αλά δεν μπορούσε να δει.
Τελικά, κερδισμένος ποιος είναι? Εκείνος που βλέπει και κρίνει από αυτό και μόνο ή αντίθετα, εκείνους που αφού νιώσει θα κρίνει.?

Υ.Γ. Η Αλεξία, θύμα ενός τροχαίου, έχασε την όραση της στα πρώτα παιδικά της χρόνια. Διέσχισε μια ζωή νομίζοντας πως υστερεί έναντι των άλλων  ενώ στην πραγματικότητα ήταν ίδια με όλους μας, αφού πέρα των γνωρισμάτων η καρδιά χτυπούσε όπως και οι δικές μας.Σήμερα η Αλεξία, δασκάλα σε ίδρυμα για άτομα με προβλήματα όρασης, μπορεί να μην καταφέρνει να βλέπει τα παιδιά της αλλά τα πονάει και τα νιώθει όπως μόνο μια μάνα ξέρει!  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου