"Πέρασε να πάρεις τα πράγματα σου". Ένα μήνυμα που έφτιαξε την ημέρα. Ή μήπως την κατέστρεψε? Μπορεί τελικά να ήταν και για καλό, θα φανεί.
Καθ όλη την διάρκεια της ημέρας, ώσπου να τελειώσω την δουλειά μου και να μπορέσω να πάω στο σπίτι της, είχα συνέχεια στο μυαλό μου και υποσυνείδητα έκανα πρόβες (μάλλον) για το ποια θα έπρεπε να είναι η συμπεριφορά μου όταν την δω. Να είμαι απόμακρος, να πάρω το "καπελάκι" μου και να φύγω ή να είμαι πιο φιλικός?
Στο διάλειμμα από την δουλειά μου, πήρα έναν καφέ, αυτήν την φορά τον θέλησα γλυκό. Είχα την εντύπωση πως αν γευστώ κάτι αντίθετο του συναισθήματος της πίκρας, πως θα γλύκανε και αυτό. Μάλλον ψευδαίσθηση. Προτίμησα να τον αφήσω και να επιστρέψω πίσω στην δουλειά.
Ακόμα δυο ώρες και μετά η συνάντηση. Ο χρόνος περνούσε σχεδόν αστραπιαία, μιας και το μυαλό μου ταξίδευε σε μονοπάτια και καλντερίμια, όμορφων και μη στιγμών μαζί με την αγαπημένη μου. Ταξίδευε γρήγορα, και νόμιζα ότι ήθελε να κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν ώστε να καταλάβω την αξία της. Μετά μου φάνηκε σαν αξιολόγηση, και πως προσπάθησα να βρω απαντήσεις σε πράγματα ωραιοποιώντας την, αυτήν και την συμπεριφορά της. Αλλά μετά είπα στον εαυτό μου "Δεν βαριέσαι.? δόθηκες και δέθηκες συναισθηματικά με ότι λάθη και πάθη, ελαττώματα και προτερήματα, τάσεις και εντάσεις είχε. όποτε θα άξιζε.
Η ώρα έχει περάσει. Ήρθε η ώρα να φύγω από την δουλειά. Καθώς βάδιζα για το σπίτι της, συνάντησα μια κυρία που πουλούσε τριαντάφυλλα. κόκκινα, το χρώμα του πάθους, το αγαπημένο της. Δίχως καμία σκέψη, σχημάτισα μια ανθοδέσμη δέκα κόκκινων τριαντάφυλλων και τα πήρα. Μετά όμως σκέφτηκα το "γιατί", "ποιος ο λόγος" "πρέπει". Πρέπει να εκτιμάμε εκεινους που μας έκαναν να βιώσουμε ευτυχισμένες στιγμές, να τα ευχαριστούμε και με ένα απλό, ακόμα, και φιλί να τους δίνουμε την σημασία και να τους αναγνωρίζουμε την αξία που έχουν στην απλή καθημερινότητα μας.
Ήμουν έξω από το σπίτι της, την κατοικία της. Δίστασα. Φοβήθηκα. Δάκρυσα. μα προχώρησα. έφτασα. δεν χτύπησα κουδούνι. άνοιξα και μπήκα.
"έφτασα" καμία αντίδραση.
Κάνοντας ένα μπάνιο πήρα το κινητό μου στα χέρια και ξαναδιάβασα το μήνυμα.
"Αγόρι μου, πέρασε να πάρεις τα πράγματα σου από το σπίτι, τα έστειλαν σήμερα με το ταχυδρομείο.Η μαμά".
Υ.Γ.: Ο χαμός είναι μια απόφαση που αργεί αρκετά να παρθεί. Στην αρχή δεν συμβιβάζεσαι, ίσως και να φοβάσαι γιατί πλέον έχεις χάσει αυτό το "πάντα θα είμαστε μαζί". έτσι και ο ήρωας της ιστορίας, έχοντας περάσει ακριβώς δέκα μήνες, η πληγή ακόμα αιμορραγεί. Μπορεί να επουλωθεί? Μένοντας πιστός στη αξία της αγάπης και της φροντίδας, συνεχίζει την προσπάθεια να κρατήσει ζωντανή μια ανάμνηση. έτσι ο ήρωας μου, έμεινε πιστός, κατάφερε πολλά πράγματα στην ζωή του. Κάνοντας μια οικογένεια, μα ποτέ δεν ξέχασε. Αντίθετα τήρησε την υπόσχεση που είχε δώσει στην αγαπημένη του. "Χαμογέλα και να είσαι ευτυχισμένος με ότι θα έκανε εμάς", και αυτό ήταν η φροντίδα στην αιτία που την πήρε μακριά του. Οπότε έγινε ιδρυτής ενός οργανισμού ενάντια στον καρκίνο του μαστού.
Καθ όλη την διάρκεια της ημέρας, ώσπου να τελειώσω την δουλειά μου και να μπορέσω να πάω στο σπίτι της, είχα συνέχεια στο μυαλό μου και υποσυνείδητα έκανα πρόβες (μάλλον) για το ποια θα έπρεπε να είναι η συμπεριφορά μου όταν την δω. Να είμαι απόμακρος, να πάρω το "καπελάκι" μου και να φύγω ή να είμαι πιο φιλικός?
Στο διάλειμμα από την δουλειά μου, πήρα έναν καφέ, αυτήν την φορά τον θέλησα γλυκό. Είχα την εντύπωση πως αν γευστώ κάτι αντίθετο του συναισθήματος της πίκρας, πως θα γλύκανε και αυτό. Μάλλον ψευδαίσθηση. Προτίμησα να τον αφήσω και να επιστρέψω πίσω στην δουλειά.
Ακόμα δυο ώρες και μετά η συνάντηση. Ο χρόνος περνούσε σχεδόν αστραπιαία, μιας και το μυαλό μου ταξίδευε σε μονοπάτια και καλντερίμια, όμορφων και μη στιγμών μαζί με την αγαπημένη μου. Ταξίδευε γρήγορα, και νόμιζα ότι ήθελε να κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν ώστε να καταλάβω την αξία της. Μετά μου φάνηκε σαν αξιολόγηση, και πως προσπάθησα να βρω απαντήσεις σε πράγματα ωραιοποιώντας την, αυτήν και την συμπεριφορά της. Αλλά μετά είπα στον εαυτό μου "Δεν βαριέσαι.? δόθηκες και δέθηκες συναισθηματικά με ότι λάθη και πάθη, ελαττώματα και προτερήματα, τάσεις και εντάσεις είχε. όποτε θα άξιζε.
Η ώρα έχει περάσει. Ήρθε η ώρα να φύγω από την δουλειά. Καθώς βάδιζα για το σπίτι της, συνάντησα μια κυρία που πουλούσε τριαντάφυλλα. κόκκινα, το χρώμα του πάθους, το αγαπημένο της. Δίχως καμία σκέψη, σχημάτισα μια ανθοδέσμη δέκα κόκκινων τριαντάφυλλων και τα πήρα. Μετά όμως σκέφτηκα το "γιατί", "ποιος ο λόγος" "πρέπει". Πρέπει να εκτιμάμε εκεινους που μας έκαναν να βιώσουμε ευτυχισμένες στιγμές, να τα ευχαριστούμε και με ένα απλό, ακόμα, και φιλί να τους δίνουμε την σημασία και να τους αναγνωρίζουμε την αξία που έχουν στην απλή καθημερινότητα μας.
Ήμουν έξω από το σπίτι της, την κατοικία της. Δίστασα. Φοβήθηκα. Δάκρυσα. μα προχώρησα. έφτασα. δεν χτύπησα κουδούνι. άνοιξα και μπήκα.
"έφτασα" καμία αντίδραση.
Κάνοντας ένα μπάνιο πήρα το κινητό μου στα χέρια και ξαναδιάβασα το μήνυμα.
"Αγόρι μου, πέρασε να πάρεις τα πράγματα σου από το σπίτι, τα έστειλαν σήμερα με το ταχυδρομείο.Η μαμά".
Υ.Γ.: Ο χαμός είναι μια απόφαση που αργεί αρκετά να παρθεί. Στην αρχή δεν συμβιβάζεσαι, ίσως και να φοβάσαι γιατί πλέον έχεις χάσει αυτό το "πάντα θα είμαστε μαζί". έτσι και ο ήρωας της ιστορίας, έχοντας περάσει ακριβώς δέκα μήνες, η πληγή ακόμα αιμορραγεί. Μπορεί να επουλωθεί? Μένοντας πιστός στη αξία της αγάπης και της φροντίδας, συνεχίζει την προσπάθεια να κρατήσει ζωντανή μια ανάμνηση. έτσι ο ήρωας μου, έμεινε πιστός, κατάφερε πολλά πράγματα στην ζωή του. Κάνοντας μια οικογένεια, μα ποτέ δεν ξέχασε. Αντίθετα τήρησε την υπόσχεση που είχε δώσει στην αγαπημένη του. "Χαμογέλα και να είσαι ευτυχισμένος με ότι θα έκανε εμάς", και αυτό ήταν η φροντίδα στην αιτία που την πήρε μακριά του. Οπότε έγινε ιδρυτής ενός οργανισμού ενάντια στον καρκίνο του μαστού.